Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ

ΠΡΩΤΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
(1713 – 1906)

Η Πατμιάδα Εκκλησιαστική Σχολή ιδρύθηκε το 1713 από τον μεγάλο Πάτμιο Διδάσκαλο και ιεροδιάκονο Άγιο Μακάριο Καλογερά, έτος κατά το οποίο επέστρεψε στη γενέτειρα του μετά από μακροχρόνιες σπουδές στη Μεγάλη του Γένους Σχολή της Κωνσταντινούπολης. Η Σχολή στεγάστηκε και πρωτολειτούργησε μέσα στο κτηριακό συγκρότημα (Κάθισμα) του Ιερού Σπηλαίου της Αποκαλύψεως της Πάτμου. Η θέση της Σχολής ήταν καθοριστικής σημασίας, καθώς βρισκόταν στην πιο επίκαιρη θρησκευτική θέση του νησιού, δίπλα στο χώρο του Ιερού Σπηλαίου μέσα στον οποίο ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, ο αγαπημένος μαθητής του Κυρίου και Απόστολος της Αγάπης, έφτασε εξόριστος το 95 μ.Χ., είδε τα φοβερά οράματα και έγραψε το Βιβλίο της Αποκάλυψης.

Από την ίδρυση της Σχολής το 1713, ορισμένοι χώροι της Αποκαλύψεως  χρησίμευσαν όχι μόνο ως αίθουσες διδασκαλίας, αλλά και ως κοιτώνες των μαθητών. Η θρησκευτική και παιδαγωγική δύναμη του Ιερού Σπηλαίου εξυπηρετούσε τις θρησκευτικές ανάγκες μαθητών, αλλά και διδασκάλων. Διέπλαθε επίσης τον χαρακτήρα των μαθητών συνδυάζοντας την ακαδημαϊκή παιδεία με την κατά Θεόν κατάρτιση και την αληθινή θεογνωσία. Πλήθος μαθητών, αλλά και προσκυνητών κατέκλυζε τη Σχολή για να ακούσει τον Άγιο των Ελληνικών Γραμμάτων. Επειδή λειτούργησε μέσα στο κτηριακό συγκρότημα  του Καθίσματος ονομάστηκε «ένδον της Αποκαλύψεως Φροντιστήριον». Ο Μακάριος δίδασκε χωρίς μισθό και φρόντιζε για τους άπορους μαθητές του με τη βοήθεια των Πατμίων φίλων του, αλλά και των φιλογενών της Κωνσταντινούπολης οι οποίοι έστελναν χορηγήματα. Τα μαθήματα που δίδασκε ήταν, τόσο η ερμηνεία Ελλήνων κλασσικών συγγραφέων, όσο και οι λόγοι των Μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας. Όσον αφορά στο διδακτικό της πρόγραμμα, η Σχολή  της Πάτμου παρείχε παιδεία Μέση και Ανώτερη, εγκύκλια και Φιλοσοφική. Στο πλαίσιο της μέσης και ανώτερης παιδείας σύμφωνα με στοιχεία που αντλούμε από τα σωζόμενα Μαθηματάρια, διδάσκονταν Φιλολογικά και Φιλοσοφικά Μαθήματα, Ρητορική, Θεολογία, Εκκλησιαστική Μουσική, Λατινικά και Φυσική. Οι εκπαιδευτικές μέθοδοι κατά την περίοδο του Μακαρίου μπορούμε να πούμε ότι εμπνέονταν και προσομοίαζαν με αυτές της Μεγάλης του Γένους Σχολής. Η παιδεία που εγκαινιάζεται με τη Σχολή του Μακαρίου είχε χαρακτήρα ακαδημαϊκό, ειδικευμένους διδασκάλους, προκαθορισμένη διδακτέα ύλη, χώρους διδασκαλίας και διαβίωσης των μαθητών και αδιάκοπη λειτουργία. Η Σχολή αποτελούσε προσωπικό εγχείρημα του Μακαρίου, ο οποίος διαχειριζόταν όλες τις υποθέσεις προσωπικά, φρόντιζε για την επίλυση των προβλημάτων και την ομαλή λειτουργία της. Το χαρακτηριστικότερο πάντως γνώρισμα της Σχολής ήταν η παροχή αδάπανης παιδείας σε όλους, Πάτμιους και ξένους, παρόλο που η Πατμιάδα, όπως άλλωστε και όλα τα σχολεία των χρόνων της Τουρκοκρατίας, λειτούργησε όλα της τα χρόνια με πολλές ελλείψεις. Παρά τις ελλείψεις  της όμως, παρουσίασε μεγάλη απόδοση, κάτι που ομολογούσαν οι πάντες.

Η διαμονή στη Σχολή ήταν πάντα δωρεάν, εκτός ορισμένων εξαιρετικών περιπτώσεων, ενώ η διατροφή των μαθητών ήταν προσωπική υπόθεση του καθενός, αφού δεν υπήρχε κοινή τράπεζα. Ωστόσο, οι φτωχότεροι των μαθητών ετύγχαναν της συνδρομής των δασκάλων τους, για να μπορέσουν να καλύψουν τις βασικότερες ανάγκες τους. Σπούδαζαν νέοι από όλα τα κοινωνικά στρώματα και από διάφορα  σημεία του υπό οθωμανική κυριαρχία ελληνισμού. Ο Διδάσκαλος Μακάριος δημιούργησε ισχυρούς δεσμούς φιλίας και αλληλοεκτίμησης μεταξύ τους. Πολλοί γονείς έστελναν τα παιδιά τους στην Πάτμο, διότι ήταν εξασφαλισμένη η ηθική και πνευματική τους ασφάλεια. Η ιερότητα του χώρου σε συνδυασμό με τον βίο των Αγίων Διδασκάλων Μακαρίου και Γερασίμου του Βυζαντίου, διέπλαθε το χαρακτήρα των φιλομαθών μαθητών.

Ο Μακάριος δίδαξε υπεύθυνα έως το 1737, έτος κατά το οποίο απεβίωσε. Τον διαδέχτηκε στη διεύθυνση της Σχολής ένας από τους μαθητές του, ο Άγιος Γεράσιμος ο Βυζάντιος ο εξ Υψωμαθείων, έχοντας ως υποδιδάσκαλο το μοναχό Βασίλειο Κουταλινό, μετέπειτα Σχολάρχη της Σχολής.

Η ΣΧΟΛΗ ΤΟΥ 1729 – Η ΠΑΛΑΙΑ ΠΑΤΜΙΑΔΑ

Η φήμη, η παιδεία του Μακαρίου και η διδασκαλική μέθοδος που ακολουθούσε υπερέβη τα στενά όρια της νήσου με αποτέλεσμα να προσέρχονται δεκάδες σπουδαστών κι από άλλα μέρη. Έτσι προσέλαβε υποδιδασκάλους τους ιερομονάχους Κοσμά και Γεράσιμο τον Βυζάντιο. Επειδή η προσέλευση των μαθητών ήταν μεγάλη, ο Διδάσκαλος Μακάριος αδυνατούσε να στεγάσει τους νέους μαθητές και αυτό καθιστούσε επιτακτική την ανάγκη για οριστική επίλυση του στεγαστικού προβλήματος της Σχολής. Έτσι με χορηγία κυρίως του Μανωλάκη Υψηλάντη, προσωπικού φίλου του Μακαρίου, αλλά και άλλων μεταξύ των οποίων ιδιαίτερα πρέπει να μνημονευθεί η οικονομική συμβολή της συντεχνίας των Γουναράδων της Πόλης, κτίζεται αργότερα ιδιαίτερο κτήριο δίπλα στην Αποκάλυψη για να στεγάσει την Πατμιάδα, γνωστό σήμερα ως  Παλαιά Πατμιάδα, τα ερείπια του οποίου σώζονται έως τις μέρες μας. Το 1729 ξεκίνησε η ανοικοδόμηση του κτηρίου της Σχολής, η ολοκλήρωση της οποίου καθυστέρησε λόγω δυσκολιών, όπως ο φοβερός λιμός του 1729. Η Αποκάλυψη, ωστόσο, δεν εγκαταλείφθηκε εντελώς.  Ο Διδάσκαλος Μακάριος και μερικοί ιερωμένοι και μοναχοί από τους μαθητές διέμεναν σε αυτήν.

Το κτήριο χρησιμοποιήθηκε μέχρι το 1856. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στη Χώρα, στεγάσθηκε στην οικία Παλαιολόγου, που βρίσκεται κάτω από τον πυλώνα της Ιεράς Μονής. Σήμερα, μικρό μόνο και ερειπωμένα τμήματα σώζονται από την πρώτη εκείνη Σχολή, την Παλαιά Πατμιάδα. Όπως σωστά επισημαίνει γι’ αυτήν ο εξαίρετος  μελετητής του Αγίου Μακαρίου Καλογερά, αλλά και της Παλαιάς Πατμιάδας π. Ναυκράτιος Τσουλκανάκης: «Το ιστορικό αυτό ερείπιο αναμένει βέβαια την αναστήλωση και αποκατάστασή του. Είναι ένα μνημείο του ελληνισμού, που στα χρόνια της δουλείας ήταν πιο γνωστό και πιο χρήσιμο στους υπόδουλους ακόμη και από αυτόν τον μεγαλόπρεπο Παρθενώνα των Αθηνών και πολλά άλλα λαμπρά μνημεία της χώρας μας». Το 1769 η Πατμιάδα Σχολή με Πατριαρχικό Σιγίλιο του Θεοδοσίου Β’ μετονομάζεται σε Κοινή Σχολή του Γένους. Διάφοροι συγγραφείς αποκαλούν την Πατμιάδα Ελληνικόν Μουσείον και οι απόφοιτοι της διέπρεψαν, ώστε η φήμη της ξεπέρασε τα ορθόδοξα ελληνικά κέντρα των Βαλκανίων. Στα τέλη του 18ου αιώνα η Πατμιάδα είχε αναδειχθεί ως μία από τις επιφανέστερες των ελληνικών σχολών και απολάμβανε πάρα πολλές χορηγίες και δωρεές, ενώ παρέχονταν και υποτροφίες στους φτωχότερους μαθητές. Κατά το 19ο αιώνα, ιδιαίτερα την περίοδο πριν από την Επανάσταση και κατά τη διάρκειά της, η Σχολή, αν και συνέχιζε το έργο της, εντούτοις είχε περιπέσει σε παρακμή, διότι οι πρόσοδοί της είχαν διακοπεί, εξαιτίας των δύσκολων καιρών.

Η ΣΧΟΛΗ ΣΤΗ ΣΑΜΟ

Το 1901-1902 η Πατμιάδα λειτούργησε ως Ιεροδιδασκαλείο με πρώτο Σχολάρχη τον Μιχαήλ Μαλανδράκη. Το 1905 η οθωμανική κυβέρνηση ζήτησε τη μεταφορά του Ιεροδιδασκαλείου σε άλλο χώρο για λόγους πολιτικούς ενώ οι Πάτμιοι προσπαθούσαν να διατηρήσουν το Ιεροδιδασκαλείο στον τόπο τους. Το 1906 η Σχολή μεταφέρει τις δραστηριότητες της στη Σάμο ύστερα από συμφωνία μεταξύ της Σαμιακής πολιτείας και του μικρασιατικού συλλόγου «Ανατολή», διότι πιθανώς το ημιαυτόνομο καθεστώς της Σάμου θεωρήθηκε ως το κατάλληλο πολιτικό πλαίσιο για την ανάπτυξη μιας τέτοιας σχολής και διότι η Σάμος ήταν πλησιέστερα στο μικρασιατικό χώρο. Δυστυχώς δεν ήταν εύκολη η επιβίωσή της. Η επικοινωνία της τουρκοκρατούμενης Πάτμου με την ελεύθερη Σάμο, παρουσίαζε φοβερές δυσκολίες. Ούτε εφόδια μπορούσαν να σταλούν στη Σχολή, ούτε προσωπικό ούτε και μαθητές βέβαια. Έτσι, δεν μπόρεσε να λειτουργήσει περισσότερα, από δύο ή τρία χρόνια.

Σε υπόμνημα του 1920 η Ιερά Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου προσπαθεί να επανιδρύσει την Πατμιάδα, αλλά μέχρι την απελευθέρωση της  Δωδεκανήσου και την ένωσή της με την Ελλάδα οι πύλες της Σχολής ήταν κλειστές, εφόσον οι Ιταλοί έκλειναν και τα άλλα σχολεία και δεν επέτρεπαν τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας.

Πλήθος διδασκάλων  του Γένους, Αρχιερείς, Πατριάρχες, Ιεραπόστολοι και Εθναπόστολοι αποφοίτησαν από τη Σχολή, χρημάτισαν διδάσκαλοι και λάμπρυναν την Εκκλησία και το ελληνικό Έθνος με τη δράση τους. Η Σχολή εξελίχθηκε σε ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα Παιδείας του Νέου Ελληνισμού. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, φοίτησαν στη Σχολή μεγάλες  προσωπικότητες της Εκκλησίας μας και του Έθνους μας. Οι Εθνομάρτυρες Άγιοι Γρηγόριος ο Ε΄ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως,  ο Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως Δωρόθεος Πρώιος και ο Πρωτοσύγκελος Αμασείας Πλάτων Αϊβαζίδης ο Πάτμιος,, τέσσερις συνολικά Οικουμενικοί Πατριάρχες, Πατριάρχες Αλεξανδρείας, Ιεροσολύμων και Αντιοχείας, ο Πρωτεργάτης της Φιλικής Εταιρείας Εμμανουήλ Ξάνθος, ο Ιωάννης Θέμελης, ο Εμμανουήλ Καλός και πλειάδα Φιλικών, ο σοφός Πάτμιος Δανιήλ ο Κεραμεύς και άλλοι.

ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
(1947 – έως σήμερα)

Σε νέα φάση της ιστορίας της πέρασε η Σχολή με την αποτίναξη του ιταλικού ζυγού. Η ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στη μητέρα Ελλάδα σηματοδότησε την απαρχή της τελευταίας ιστορικής φάσης λειτουργίας της Πατμιάδας Εκκλησιαστικής Σχολής (1947-σήμερα), η οποία υπήρξε ιδιαίτερα καρποφόρα. Η ευλογία του Οικουμενικού Πατριάρχη Μαξίμου του Ε’ και ο βαθύς πόνος της Εξαρχίας Πάτμου, βρήκαν άμεση ανταπόκριση από την πατρίδα. Έτσι, με την υπ’ αριθμόν 106/160 της 30ης Δεκεμβρίου 1946 Πράξη του Υπουργείου Παιδείας, η οποία επικυρώθηκε με την υπ’ αριθμόν 289/8-5-1947 Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, επανασυστάθηκε η Πατμιάδα ως εξατάξια Ιερατική Σχολή με προσαρτημένο εκκλησιαστικό φροντιστήριο και  ονομάστηκε Νέα Πατμιάς. Πολύ εύστοχα, ο αείμνηστος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Ιωάννης Καρμίρης έγραφε στο βιβλίο του “Προσπάθειαι προς αναμόρφωσιν του Ορθοδόξου Ελληνικού Κλήρου” (Αθήναι 1949): “Αποτελεί σταθμόν εν τη μακραίωνι ιστορία της Δωδεκανήσου και ιδία της Νήσου Πάτμου η ανασύστασις της πολυφήμου Πατμιάδος Σχολής, δωρεά και αύτη της ελευθέρας Πατρίδος προς την απελευθερωθείσαν Δωδεκάνησον“. Θα πρέπει να μνημονεύσουμε εδώ την μεγάλης σημασίας συμβολή στην επαναλειτουργία της Σχολής του αειμνήστου τότε Μητροπολίτη Εδέσσης και Πέλλης και μετέπειτα Θεσσαλονίκης κυρού Παντελεήμονα Παπαγεωργίου, ο οποίος ως Πατριαρχικός Έξαρχος Δωδεκανήσου, εισηγήθηκε προς το Υπουργείο και μόχθησε πολύ για το θέμα αυτό.

Η Σχολή άρχισε να επαναλειτουργεί το δεύτερο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου του 1947 στα κτήρια της παλαιάς Πατμιάδας και κατά τον πρώτο χρόνο της λειτουργίας της φοιτούσαν σ’ αυτήν 49 μαθητές. Από το πρώτο ημιγυμνάσιο Πάτμου (1945 – 1947), προήλθε και η πρώτη «μαγιά» των μαθητών για την έναρξη της λειτουργίας της Νέας Πατμιάδας. Ακολούθως, την 1η Οκτωβρίου, τελέσθηκαν με μεγαλοπρέπεια τα εγκαίνια της Νέας Πατμιάδας. Ο τότε Καθηγούμενος και Πατριαρχικός Έξαρχος Πάτμου και Πρόεδρος της Σχολικής Εφορείας Αρχιμανδρίτης Συμεών Ρεβίδης έστειλε κατά την ημέρα εκείνη το ακόλουθο τηλεγράφημα προς τον Υπουργό Παιδείας: “Εν πανηγυρική Λειτουργία εν τω Ιερώ Σπηλαίω της Αποκαλύψεως, κηρύξαντες σήμερον έναρξιν μαθημάτων Πατμιάδος Σχολής, καθήκον ηγούμεθα, εκφράσαι υμίν επ’ ευκαιρία εγκαρδίοις ευχαριστίας Μονής και λαού Πάτμου, δι’ όσα εμοχθήσατε υπέρ ανασυστάσεως Σχολής και παρακαλείσθε, όπως υμέτερον ενδιαφέρον παραμείνει αμείωτον. Καθηγούμενος Πάτμου και Πρόεδρος Εφορείας Αρχιμανδρίτης Συμεών“.

Η πρώτη Σχολική Εφορεία της Πατμιάδας (1947 -1950) συγκροτήθηκε βάσει της τότε Νομοθεσίας και είχε ως Πρόεδρο τον Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου και Πατριαρχικό Έξαρχο Αρχιμανδρίτη κυρό Συμεών Ρεβίδη, και μέλη τους αειμνήστους: Αναστάσιο Παπάζογλου, Δήμαρχο Πάτμου, Ιερομόναχο Μελέτιο Μαργιόλο, Συμεών Καραδελόγλου, Ιατρό, και Μιχαήλ Μαυρουδή, Καθηγητή Φιλόλογο, ως Γραμματέα.

Εξαιτίας του αδιαχώρητου που είχε παρουσιαστεί από την προσέλευση μαθητών και ελλείψει επαρκών και σύγχρονων κτηρίων, ενοικιάσθηκαν δύο μεγάλα αρχοντικά σπίτια της οικογένειας των Παυλάκηδων, το ένα στην περιοχή «Αρμύρα» και το άλλο, το γνωστό ως Dopolavoro, για τον κοιτωνισμό ορισμένου αριθμού μαθητών. Έτσι, κάθε βράδυ, με το φορτηγό αυτοκίνητο που διέθετε τότε η Σχολή, κατέβαιναν οι μαθητές των μεγαλύτερων τάξεων μαζί με δύο καθηγητές, κοιμόνταν εκεί και το πρωί πάλι με το ίδιο φορτηγό ανέβαιναν στη Σχολή.

Η Ιερά Μονή με το ζήλο και τον ενθουσιασμό του Καθηγουμένου Συμεών Ρεβίδη, ανέλαβε την πρωτοβουλία της ανέγερσης νέων κτηρίων, διαθέτοντας οικόπεδο 10 στρεμμάτων και το ποσό 2.000.000 δραχμών από το υστέρημά της.  Επίσης, διέθεσε οικόπεδο 20 στρεμμάτων στη Σκάλα για την εξάσκηση των μαθητών στην καλλιέργεια και γήπεδο 8 στρεμμάτων. Χάριν του ευγενούς αυτού σκοπού, ο μακαριστός  Συμεών Ρεβίδης ταξίδεψε στη Αμερική και συγκέντρωσε ένα σεβαστό ποσό από Πατμίους και άλλους ομογενείς. Στις 22 Οκτωβρίου του 1948, ο Βασιλιάς Παύλος ο Β΄ θεμελίωσε τα νέα κτήρια της Πατμιάδας στον περίβολο του Ιερού Σπηλαίου της Αποκαλύψεως. Δυστυχώς η αποπεράτωσή τους δεν επιτεύχθηκε λόγω ελλείψεως χρημάτων. Η Σχολή στεγάζεται σήμερα σε νέα κτήρια, με διαφορετική μορφή.

Οι πρώτοι καθηγητές που δίδαξαν ήσαν οι: Μπακίρης Εμμανουήλ, Θεολόγος – Διευθυντής από την Ρόδο, Μαυρουδής Μιχαήλ, Φιλόλογος από την Πάτμο, Αρβανίτης Νικόλαος, Θεολόγος από την Ρόδο, Παντελιός Άγγελος, Θεολόγος-Μουσικός από το Κλαδαίον Πελοπίου (Αρχαίας Ολυμπίας) Ηλείας, Ξανθός Ανδρέας, Θεολόγος, από τη Σύμη και Ζούκας Δημήτριος, Μαθηματικός από τη Λαμία.  Αξίζει να σημειώσουμε ότι οι πρώτοι μαθητές απεφοίτησαν κατά το σχολικό έτος 1951-1952 και ήταν οι εξής: 1) Γεώργας Δημήτριος, 2) Ιερεύς Δήμητσας Παναγιώτης, 3) Διαμαντόπουλος Γεώργιος, 4) Λοΐζος Νικόλαος, 5) Μπράβος Παναγιώτης, 6) Μπουρνής Γερμανός, 7) Μελεούνης Χαράλαμπος, 8) Μουζακιώτης Μάριος, 9) Νάκος Πέτρος, 10) Παπανικολάου Νικόλαος, 11) Στυλιανόπουλος Παναγιώτης, 12) Τσουράπης Βύρων, 13) Χαλέπης Τιμόθεος και 14) Χαραλάμπους Αθανάσιος.

Πολυάριθμοι μαθητές φοίτησαν, ιδιαίτερα κατά τις πρώτες δεκαετίες επαναλειτουργίας της Σχολής. Πάμπολλοι είναι εκείνοι που διακονούν σήμερα και στον ελλαδικό χώρο αλλά και στο εξωτερικό, την Εκκλησία και την κοινωνία. Αφρικανοί, Σύριοι, Αιθίοπες και άλλοι που γαλουχήθηκαν στα έδρανα της Πατμιάδας με τα νάματα της Ορθοδοξίας μας και της Ελληνικής μας παιδείας, με αποτελέσματα να μεταλαμπαδεύουν στις πατρίδες τους τη δική μας  Πίστη, τον δικό μας Πολιτισμό, τη δική μας Παιδεία, την Ελλάδα ολόκληρη.

Πολυάριθμοι μαθητές φοίτησαν, ιδιαίτερα κατά τις πρώτες δεκαετίες επαναλειτουργίας της Σχολής. Πάμπολλοι είναι εκείνοι, που διακονούν σήμερα και στον Ελλαδικό χώρο, αλλά και στο εξωτερικό, την Εκκλησία και την κοινωνία. Είναι μεγάλο το ποσοστό  των αποφοίτων που διακονούν την Ελληνική Εκκλησία. Περίπου 75%, με στοιχεία  από επίσημη μελέτη και έρευνα. Πλήθος Αρχιερέων αριθμεί η Σχολή μας στη νεώτερη ιστορία της: ο Μητροπολίτης Ιταλίας και Μελίτης κυρός Γεννάδιος, ο Μητροπολίτης Ελβετίας κυρός Δαμασκηνός, ο Μητροπολίτης πρώην Νέας Ζηλανδίας κ. Αμφιλόχιος, ο Μητροπολίτης πρώην Περιστερίου κυρός Χρυσόστομος, ο Μητροπολίτης Λέρου Καλύμνου και Αστυπαλαίας κ. Παΐσιος, Πτολεμαΐδος, Καβάσων (Πατριαρχείο Ιεροσολύμων), Βηρυτού (Πατριαρχείο Αντιοχείας), Άκκρας κ. Σάββας (Πατριαρχείου Αλεξανδρείας), ο Μητροπολίτης Βερατίου και Κανίνης κυρός Ιγνάτιος (Αρχιεπισκοπή Αλβανίας), ο Μητροπολίτης Κυθήρων κυρός Ιερόθεος ο Πάτμιος. Επίσκοποι: Τράλλεων κυρός Ισίδωρος (Πάτμιος), Χριστιανουπόλεως κυρός Παύλος (Αρχιεπισκοπή Αλβανίας), Ελαίας και Αρίστης (Βοηθός Επίσκοπος στην Ιερά Μητρόπολη Γερμανίας) και Μηδείας κ. Απόστολος (Βοηθός Επίσκοπος της Αρχιεπισκοπής Αμερικής).

Σήμερα η Σχολή υπάγεται στη Διεύθυνση Θρησκευτικής Εκπαίδευσης και Διαθρησκευτικών Σχέσεων του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων και λειτουργεί ως Πρότυπο Εκκλησιαστικό Γυμνάσιο – Πρότυπο Εκκλησιαστικό Λύκειο.

Οι μαθητές προέρχονται από την Πάτμο και από διάφορα μέρη της Ελλάδος αλλά και του εξωτερικού. Οι μη Πάτμιοι μαθητές είναι οικότροφοι, διαμένουν και σιτίζονται εντελώς δωρεάν στο οικοτροφείο της Σχολής. Στη Σχολή διδάσκονται όλα τα μαθήματα της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, με αυξημένες τις ώρες διδασκαλίας των Θεολογικών μαθημάτων και της Βυζαντινής Μουσικής.  Η χορωδία της Σχολής, κάθε Κυριακή και Εορτή ψάλλει στο Ιερό Σπήλαιο της Αποκαλύψεως.

Οι μαθητές αθλούνται στον ιδιόκτητο χώρο άθλησης (γήπεδο) που βρίσκεται στη Σκάλα της Πάτμου. Συμμετέχουν ενεργά στις εκδηλώσεις της Σχολής και σε διάφορες άλλες εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται κατά καιρούς στο νησί (παρελάσεις στις εθνικές επετείους, μουσικές εκδηλώσεις, διαλέξεις, θεατρικές παραστάσεις, δενδροφυτεύσεις, αιμοδοσία κλπ.).

Η Σχολή διαθέτει ανάλογες αίθουσες διδασκαλίας: αίθουσα Βυζαντινής Μουσικής, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, αίθουσα Πληροφορικής, αίθουσα Φυσικών Επιστημών και σύγχρονη Βιβλιοθήκη που περιέχει δέκα χιλιάδες περίπου βιβλία, εποπτικά μέσα διδασκαλίας και κάθε σχετικό για την προσφορότερη παροχή των μορφωτικών αγαθών.

Η Σχολή για την ανεκτίμητη προσφορά της στην Εκκλησία και στο Έθνος, έχει τιμηθεί δις από το Οικουμενικό Πατριαρχείο (χρυσούς Σταυρός τα έτη 1988 και 1995) και από την Ακαδημία  Αθηνών  (χρυσούν μετάλλιον το έτος 1975). Μάλιστα η UNESCO, όταν το έτος 1999 ενέταξε την Πάτμο στα Μνημεία Παγκοσμίου Κληρονομιάς, μεταξύ των άλλων κριτηρίων, έλαβε υπόψη της το γεγονός ότι η προσφορά της Σχολής κρίνεται ανεκτίμητη καθώς εδώ και περισσότερα από 300 χρόνια αποτελεί το θεμέλιο όλης της μετέπειτα παιδείας στο νησί.

Η λειτουργία της Σχολής, παρά τις αντιξοότητες που συνάντησε και εξακολουθεί να αντιμετωπίζει, υπήρξε καρποφόρος. Δεν θα μπορούσε φυσικά, να είναι τα πράγματα διαφορετικά, δεδομένου ότι πάντοτε είναι ζωντανή η παρουσία και η περιφρούρησή της από τους Προστάτες και Εφόρους Αγίους του Νησιού μας Ιωάννη το Θεολόγο, Όσιο Χριστόδουλο, Μακάριο Καλογερά, Γεράσιμο τον Βυζάντιο, Γρηγόριο τον Ε΄ και Πλάτωνα Αϊβαζίδη.

Στον παρακάτω σύνδεσμο μπορείτε να διαβάσετε την εργασία των μαθητών της Β΄ Λυκείου του σχολικού έτους 2012-2013 στα πλαίσια του μαθήματος της Ερευνητικής Εργασίας με θέμα τα 300 χρόνια από την ίδρυση της Σχολής: ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Β΄ ΛΥΚΕΙΟΥ 2012-2013.